Το βασικό μόριο που χρησιμοποιούν τα κύτταρά μας για την παραγωγή ενέργειας είναι η γλυκόζη. Όλες οι τροφές ανεξαρτήτου κατηγορίας – λίπη, υδατάνθρακες και πρωτεΐνες – μετατρέπονται τελικά σε γλυκόζη που καίγεται για να απελευθερώσει ενέργεια.
Μέσα στο σώμα μας υπάρχει συνεχής μεταφορά και παραγωγή γλυκόζης.
Το σώμα μας εργάζεται λοιπόν πολύ σκληρά για να διατηρεί σταθερά τα επίπεδα ζαχάρου στο αίμα ώστε να υπάρχει διαθέσιμη ενέργεια σε όλα τα κύτταρα. Τα επίπεδα ζαχάρου που επιτρέπουν μια βέλτιστη λειτουργία είναι μεταξύ 75-110 mg/dl. Αυτό σημαίνει ότι στα 4 λίτρα αίμα που κυκλοφορεί στο σώμα μας, ανά πάσα στιγμή, είναι διαλυμένο λιγότερο από ένα κουταλάκι ζάχαρης.
Ένα μοναδικό σύστημα επικοινωνίας
Οι ορμόνες είναι πολύ ισχυρές ουσίες που μεταφέρονται διαμέσου του αίματος και ρυθμίζουν την λειτουργία διαφόρων οργάνων και συστημάτων στο σώμα μας. Οι δύο κυρίαρχες ορμόνες στην διαχείριση των αποθεμάτων ενέργειας στο ανθρώπινο σώμα είναι η ινσουλίνη και η λεπτίνη.
Ενώ είναι ευρέως γνωστός ο ρόλος της ινσουλίνης στην ρύθμιση των επιπέδων του ζαχάρου στο αίμα δεν συμβαίνει το ίδιο και για τις υπόλοιπες λειτουργίες που επιτελεί στο σώμα μας, ιδιαίτερα σε συνεργασία με την λεπτίνη.
Η λεπτίνη έχει ανακαλυφθεί σχετικά πρόσφατα – πριν από 15 χρόνια – και μαζί με την ινσουλίνη είναι οι βασικοί ενορχηστρωτές του ενδοκρινολογικού μας συστήματος. Η λεπτίνη παράγεται από τον λιπώδη ιστό και αυτό καθιστά το λίπος μας τον μεγαλύτερο αδένα στο ανθρώπινο σώμα. Υπό κανονικές συνθήκες η λεπτίνη στέλνει σήμα στον εγκέφαλο μας ότι προσλάβαμε αρκετή τροφή και έτσι σταματάμε να πεινάμε.
Για να κατανοήσουμε τον ρόλο της λεπτίνης και της ινσουλίνης πρέπει να δούμε πιο βασικό σκοπό εξυπηρετούν. Το σώμα μας εδώ και εκατομμύρια χρόνια, εξελίχθηκε σε ένα περιβάλλον έλλειψης τροφής.
Σε ένα περιβάλλον που σπανίζει η τροφή, τα αποθέματα ενέργειας είναι ο βασικός ρυθμιστής για την λειτουργία του οργανισμού σε πολλαπλά επίπεδα. Αν για παράδειγμα το σώμα μας δεν έχει επαρκή αποθέματα ενέργειας δεν μπορεί να διασφαλίσει την επιβίωση και το μεγάλωμα παιδιών. Σε αυτή την περίπτωση αποτρέπει την τεκνοποίηση μέσω των αντίστοιχων ορμονών μέχρι την αποκατάσταση των ενεργειακών αποθεμάτων.
Αντίστοιχα λοιπόν και ανάλογα με τα αποθέματα ενέργειας (λίπος) το σώμα ρυθμίζει την λειτουργία των υπόλοιπων αδένων και ορμονών: Θυρεοειδή, τεστοστερόνη, οιστρογόνα, αδρεναλίνη, κορτιζόλη και άλλες.
Διαβήτης ένα πρόβλημα επικοινωνίας
Η μεγάλη ποσότητα σε επεξεργασμένες θερμίδες, ωθεί τα επίπεδα ζαχάρου στο αίμα μας συνεχώς προς τα πάνω. Το σώμα μας στην προσπάθεια του να διατηρήσει τα επίπεδα στο αίμα εντός των επιθυμητών ορίων εκκρίνει όλο και μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης και λεπτίνης.
Όσο πιο γρήγορα απορροφούνται οι τροφές μας, τόσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα με την οποία ανεβαίνουν τα επίπεδα του ζαχάρου στο αίμα και τόσο μεγαλύτερες είναι οι ανάγκες για ινσουλίνη και λεπτίνη. Όσο μεγαλύτερη επεξεργασία έχει υποστεί μια τροφή τόσο πιο γρήγορα απορροφάται και τόσο περισσότερο ενισχύεται αυτή η ορμονική ανισορροπία.
Το σώμα μας συνηθίζει στα σταθερά αυξημένα επίπεδα αυτών των ορμονών και δεν ανταποκρίνεται με τον ίδιο τρόπο. Όλο και μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης και λεπτίνης οδηγούν σε όλο μεγαλύτερες ανάγκες γι αυτές τις ορμόνες. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «αντίσταση».
Μετά από μερικά χρόνια το πάγκρεας κουράζεται ενώ παράλληλα ο εγκέφαλος δεν ανταποκρίνεται πλέον στα σήματα της λεπτίνης.
Το ζάχαρο στο αίμα αρχίζει τότε να ανεβαίνει ενώ ο εγκέφαλος μας νομίζει ότι δεν έχουμε αποθέματα ενέργειας και μας σπρώχνει στο να φάμε όλο και περισσότερο.
Η όλη κατάσταση οδηγεί στην απορρύθμιση του ορμονικού μας συστήματος. Συμπτώματα όπως:
- Αύξηση βάρους
- Έντονη πείνα
- Σεξουαλική ανεπάρκεια
- Προδιάθεση για φλεγμονή
- Κατάθλιψη
είναι αποτέλεσμα των παραπάνω μεταβολικών διαταραχών.
Ο Διαβήτης δεν είναι ένα πρόβλημα ζαχάρου
Η μονομερής προσοχή μας στη μείωση των επιπέδων του ζαχάρου στο αίμα δεν διορθώνει καμία από τις παραπάνω διαταραχές με αποτέλεσμα η κατάσταση της υγείας του οργανισμού μας να επιδεινώνεται σταθερά.
Γνωρίζουμε σήμερα ότι οι περισσότερες βλάβες δεν προκαλούνται από τα υψηλά επίπεδα ζαχάρου στο αίμα, αλλά από τα υψηλά επίπεδα λεπτίνης και ινσουλίνης που παραμένουν έτσι πολλά χρόνια πριν το ζάχαρο ξεπεράσει τα 126 mgr/dl που χαρακτηρίζουν κάποιον ως διαβητικό.
Κατά την στιγμή της διάγνωσης του διαβήτη το 50% των ασθενών έχουν ήδη βλάβη στα στεφανιαία αγγεία (τα αγγεία της καρδιάς). Η βλάβη αυτή δεν προκλήθηκε από το ζάχαρο, αλλά από τα υψηλά επίπεδα ινσουλίνης.
Η αξιολόγηση των επιπέδων της ινσουλίνης και της λεπτίνης μαζί με την μέτρηση δεικτών του μεταβολισμού στα ούρα μπορούν να μας δώσουν μια πλήρη εικόνα για την κατάσταση υγείας του οργανισμού στη συγκεκριμένη στιγμή.
Προηγμένες τεχνολογικές εφαρμογές με την βοήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών μπορούν να ανιχνεύουν απειροελάχιστες ποσότητες από χημικές ουσίες που αποβάλλονται μέσα από τα ούρα μας.
Οποιαδήποτε χημική αντίδραση μέσα στο σώμα μας παράγει κάποια χημική ουσία. Μετρώντας τα παράγωγα (μεταβολίτες) αυτών των αντιδράσεων μπορούμε να αξιολογήσουμε αν έχουμε ελλείψεις σε βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία ή άλλα μικροθρεπτικά συστατικά με μεγάλη ακρίβεια.
Η κάλυψη αυτών των ελλείψεων μπορεί να αποκαταστήσει την φυσιολογική, υγιή κατάσταση του οργανισμού μας και να μειώσει την ανάγκη για φαρμακευτική υποστήριξη ή την ποσότητα ινσουλίνης που είναι αναγκαία για την ρύθμιση του ζαχάρου.
Ο διαβήτης δεν είναι απλά ένα πρόβλημα ζαχάρου, υποκρύπτει μια ευρεία μεταβολική διαταραχή. Η συνολική βελτίωση της μεταβολικής εικόνας και της υγείας μας είναι ο μόνος τρόπος για να είμαστε υγιής.
Στην Υγεία Σας!